Κυριακή, Αυγούστου 04, 2013

thessalianewa.gr "Η Αρλέτα δέθηκε με τον Λαρισαίο γιατρό της"

sorry guys



Όταν έχεις διαβάσει τη συζήτηση της πολύ γνωστής τραγουδίστριας Αρλέτας με τον νευροχειρουργό και διευθυντή – τέως – για μια εικοσαετία του πανεπιστημιακού νοσοκομείου της Λάρισας Βασίλη Σλατινόπουλου, μένεις με την αίσθηση ότι κυκλοφορούμε μέσα σε έναν κόσμο με υγιέστατους ανθρώπους, που όμως ένα «τσακ» κόντεψε στην κυριολεξία να τους «στείλει».


Αναρωτιέσαι αν υπάρχει έστω και ένας ανάμεσά μαςπου να μην έχει δοκιμαστεί και μάλιστα σοβαρά σε σχέση με την υγεία του – έστω κι αν συμπεριφερόμαστε με έναν τρόπο που μας δείχνει να μην έχουμε ποτέ κινδυνεύσει. Πάντως, λίγο ή πολύ άρρωστοι, παρελθόντων χρόνων ή σημερινοί, συμφωνούμε όλοι μας σε κάτι: ότι η ζωή είναι ένα δώρο που δεκαπλασιάζεται η αξία του όταν νιώθεις ότι υπάρχει ενδεχόμενο να το στερηθείς. Το απολύτως αξιοπαρατήρητο είναι πως όσοι κινδυνεύσανε σοβαρά δεν μιλάνε ποτέ για τα μεγάλα σχέδιά τους που θα μένανε ανολοκλήρωτα. Θα τους ακούσεις όλους να λένε με συντριβή ότι θα τους ήταν αφόρητο να στερηθούν τον απογευματινό καφέ με έναν φίλο, το θερινό σινεμά ή μια βόλτα στη λαϊκή της γειτονιάς τους. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς γιατί αυτή η εκ των υστέρων «σοφία» να μην ενεργεί όσο είναι κανείς υγιής και να προσπαθούμε να διασχίσουμε τη θάλασσα της ζωής συχνά με το «μονόξυλο» της κακίας του ο καθένας, αν και δεν αισθανόμαστε να μας απειλεί οτιδήποτε.
Η Αρλέτα μιλά με τον Θανάση Νιάρχο
ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΙΑΡΧΟΣ: Κυρία Αρλέτα, όπως η ίδια έχετε πει, περάσατε στην αντίπερα όχθη και ξαναγυρίσατε.
ΑΡΛΕΤΑ: Δεν γύρισα μόνη μου, γιατί εγώ εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχα. Έβαλε το χεράκι του ο κυρ Βασίλης από δω και με έφερε πίσω, στην κυριολεξία με έφερε πίσω. Δεν συμβαίνει ούτε καν σπάνια να πάθεις αυτό που έπαθα εγώ και να τη βγάλεις καθαρή, χωρίς να μείνει τίποτα απολύτως ούτε από το εγκεφαλικό ούτε από την επέμβαση. Έμεινε μόνο μια μικρή αστάθεια στο περπάτημα, έτσι κι αλλιώς ανισόρροπη ήμουν πάντα. Μετά όμως έπαθα μια ενδονοσοκομειακή μόλυνση που κόντεψε και αυτή να με στείλει. Ο κύριος Βασίλης καθάρισε το κεφάλι μου και μου είπε πως έχει μείνει μέσα μόνο αυτό που μου χρειάζεται. Έτσι δεν είναι γιατρέ;
Θ.Ν.: Ποια είναι η τελευταία εικόνα που έχετε πριν συμβεί ό,τι σας συνέβη;
Α.: Οι φάτσες του Ρακόπουλου και του Αποστόλου, πρόκειται για τους μουσικούς μου. Ένιωσα τρεις γερές σουβλιές στο κεφάλι, μετά δεν θυμάμαι τίποτα. Αλλά δεν θυμάμαι τίποτε και για την ίδια την ημέρα που το έπαθα. Δεν θυμάμαι ούτε πώς πήγα στο Βόλο ούτε την πρόβα ούτε καν το θέατρο. Θυμάμαι μόνο πως θα πρέπει να είχε τελειώσει η πρόβα, όταν ένιωσα τις τρεις σουβλιές στο κεφάλι. Δεν θυμάμαι καν πώς έπεσα κάτω. Ένιωσα μόνο όταν ξύπνησα, έπειτα από πολλές ημέρες βέβαια, και γύρευα ντολμάδες. Δεν ήξερα καν ότι είχα χειρουργηθεί. Γιατί στο μεταξύ με είχαν ξαναβάλει σε καταστολή, επειδή από τα φάρμακα έπαθα τετραπλή πάρεση και ήμουν τελείως παράλυτη. Δεν μπορούσα να σηκώσω το χέρι μου για να το φέρω στο κεφάλι μου και να καταλάβω ότι δεν έχω μαλλιά. Το κατάλαβα έπειτα από εβδομάδες καθώς με περνούσαν μπροστά από έναν καθρέφτη.
Θ.Ν.: Κύριε Σλατινόπουλε, αν δεν κάνω λάθος, εσείς ήσαστε στη Λάρισα, αλλά η Αρλέτα το εγκεφαλικό το έπαθε στον Βόλο.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΛΑΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ: Χρειάζεται να το τονίσουμε από την αρχή και να αναγνωρίσουμε ένα σημαντικό μερίδιο σε όλη αυτή την προσπάθεια στον νεαρό συνάδελφο του νοσοκομείου του Βόλου, τον νευροχειρουργό κ. Σανιδά. Είχε τη γενναιοφροσύνη και την ταπεινότητα να μου τηλεφωνήσει, γιατί ήταν μια επέμβαση που αδυνατούσε να την κάνει μόνος του καθώς το νοσοκομείο του Βόλου δεν διαθέτει τα μέσα για μια τέτοια μέγιστη, εξειδικευμένη επέμβαση. Πρόσθεσε μάλιστα πως η Αρλέτα είναι μόνη της, πως δεν υπάρχουν συγγενείς ή γνωστοί, και όπως ξέρετε η δεοντολογία επιβάλλει, καθώς ο άρρωστος είναι σε κωματώδη κατάσταση, να ενημερώσεις το πλησιέστερο προς αυτόν πρόσωπο για τη βαρύτητα της κατάστασής του, για την πιθανή εξέλιξη...
Α.: Την πιθανότερη.
Β.Σ.: Τέλος πάντων, την πιθανότερη. Χρειάστηκε να σταθμίσω αν θα καταφέρω κάτι ή αν το πράγμα θα πάει χαμένο. Μάλλον, για να είμαι ειλικρινής, δεν σκέφτηκα καθόλου ότι πιθανόν κάτι δεν θα πάει καλά και θα υπάρξει κάποιος που θα μου ζητήσει ευθύνες. Μπαίνω στο αυτοκίνητο, ήταν νύχτα κατάμαυρη, με κρύο και βροχή. Όταν έφτασα, τοποθετήσαμε την Αρλέτα σε μια στάση που λέγεται πρηνής, δηλαδή μπρούμυτα, με το κεφάλι προς τα κάτω ώστε να μπορέσουμε να χειρουργήσουμε στην παρεγκεφαλίδα. Αυτά που χρειάζονταν δεν υπήρχαν στο νοσοκομείο. Φτιάξαμε έναν δικής μας εμπνεύσεως νάρθηκα, γιατί το κεφάλι πρέπει να είναι σταθεροποιημένο, και ύστερα δώσε από δω, δώσε από κει, κατορθώσαμε να βρούμε τα απαραίτητα εργαλεία για να της ανοίξουμε το κεφάλι.
Α.: Πήγαν σε ένα γειτονικό ξυλουργείο...
Β.Σ.: Δεν πήγαμε βέβαια σε ξυλουργείο. Για να γίνουν όλα αυτά είχαν περάσει δυο ώρες. Φτάσαμε πια στις δύο τη νύχτα προκειμένου να αρχίσει η επέμβαση. Μεγάλη ευθύνη μέσα στο χειρουργείο την ώρα αυτή έχουν οι αναισθησιολόγοι, για το αν θα αναπνέει ή δεν θα αναπνέει ο ασθενής. Το επίπεδο συνείδησης του αρρώστου παίζει πολύ μεγάλο ρόλο, πριν διασωληνωθεί, για την εξέλιξη της κατάστασής του. Για την Αρλέτα, όλα ήταν εις βάρος της. Εις βάρος της ήταν επίσης η στατιστική που λέει ότι σε τέτοιες αιμορραγίες στην παρεγκεφαλίδα, στην ηλικία της και με το βάρος της, η θνησιμότητα φτάνει το 80%. Συνήθως οι άρρωστοι αυτοί δεν βγαίνουν με ένα καλό επίπεδο ζωής, γίνονται αυτό που λέει ο λαός «φυτά» και εμείς οι γιατροί το χαρακτηρίζουμε ως «άγρυπνο κώμα». Ευτυχώς που δεν είχαμε μια καινούργια αιμορραγία γιατί τότε τα πράγματα...
Α.: Συγγνώμη που διακόπτω, αλλά αν δεν είχα αιμορραγία, ήταν χάρη στην αμέλειά μου. Για κάτι άλλο που είχα πάθει πριν από το εγκεφαλικό, έπαιρνα αντιαιμοπεταλικά και επειδή μου είχαν τελειώσει, είχα μία εβδομάδα να τα πάρω. Με έσωσε η αμέλειά μου.
Β.Σ.: Γλίτωσε δηλαδή γιατί δεν έπαιρνε αντιπηκτικά. Τα φάρμακα αυτά όπως και η ασπιρίνη προκαλούν τέτοιας έκτασης αιμορραγία που δεν σταματάει με τίποτα μέσα στο χειρουργείο. Όταν τελείωσε η επέμβαση είχε φτάσει η ώρα πέντε το πρωί.
Α.: Είχαν έρθει στο μεταξύ μια εξαδέλφη μου και η Άννα Σταματοπούλου, που δεν έφυγε πια λεπτό από κοντά μου.
Β.Σ.: Η μεγάλη αγωνία όμως είναι μετά τις είκοσι τέσσερις ή τις σαράντα οχτώ ώρες, όταν σταματάμε την καταστολή για να ελέγξουμε αν αντιδρά ο ασθενής. Γιατί κάλλιστα μπορεί να συμβεί αυτό που λέμε, «η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής πέθανε». Όταν αναστέλλουμε την καταστολή και ο άρρωστος παραμένει όπως λέμε αναντίδραστος, είναι κλινικά νεκρός. Μπορεί να χτυπάει η καρδιά του, αλλά έχει πεθάνει. Όταν την Αρλέτα την ξυπνήσαμε τη μεθεπομένη και της είπα, «λέγομαι Σλατινόπουλος και είμαι από τη Λιβαδειά», τι λέτεότι μου είπε: «Με τους Σλατινόπουλους που έχουν τον κινηματογράφο στον Ορχομενό, τι σχέση έχετε;». Ο κινηματογράφος στον Ορχομενό είναι της οικογένειάς μας.
Α.: Είχαν δύο κινηματογράφους και έναν περιφερόμενο, όπως στην ταινία «Σινεμά ο Παράδεισος». Αλλά μετά με «έστειλε» ο γιατρός κανονικά. Έπαθα μεγάλο σοκ όταν τον άκουσα να μου λέει, «εσένα σε έσωσα, τον γιο μου όμως δεν κατάφερα να τον σώσω». Έχει χάσει έναν γιο τριάντα χρονών σε δυστύχημα.
Β.Σ.: Αργότερα μετάνιωσα που το είπα, αν και μου ήρθε αυθόρμητα την ώρα εκείνη και σε παραλληλισμό με έναν νέο άνθρωπο που χάθηκε. Δεν ξέρω αν θα το έλεγα σε περίπτωση που δεν ήμασταν με την Αρλέτα από το ίδιο μέρος, από τα ίδια χώματα. Πάντως είναι σωτηρία ψυχής για μένα να σώζω ανθρώπους, ενώ έχει χαθεί το παιδί μου.
Θ.Ν.: Επειδή τα πράγματα με τους γιατρούς δεν είναι μόνο τόσο ανθρώπινα, τρυφερά και ειδυλλιακά, αλλά λέγονται πολλά, συχνά όχι άδικα, τι θα είχατε να πείτε;
Α.: Επειδή ο πατέρας μου ήταν γιατρός (τα κοκαλάκια του θα έχουν γίνει σκόνη) έχω δηλαδή –έστω και αν ακούγεται ως πλεονασμός – το υποδειγματικό παράδειγμα ενός γιατρού που με μεγάλωσε, ξέρω ότι συμβαίνουν πράγματα τρομερά. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι υπάρχουν γιατροί που χρηματίζονται ασύστολα. Ίσως μάλιστα να είναι πολύ περισσότεροι οι γιατροί που χρηματίζονται σε σχέση με εκείνους που δεν το κάνουν. Αλλά υπάρχουν επίσης γιατροί που σώζουν ζωές και είναι επίσης πάρα πολλοί. Θα έπρεπε να είμαστε πιο προσεκτικοί, αντί να τα ισοπεδώνουμε όλα. Το να μην έχει κανείς εμπιστοσύνη στον γιατρό του, μπορεί να του κοστίσει τη ζωή του και μάλιστα για το τίποτα. Είναι τόσο εύκολο να ανοίγει κανείς το στόμα του και να καταγγέλλει και να βρίζει.
Θ.Ν.: Να συνεχίσουμε, γιατρέ, χωρίς ερώτηση;
Β.Σ.: Επειδή έχουμε στη συντροφιά μας έναν φωτογράφο που κατάγεται από την Αλβανία, θέλω να μιλήσω για έναν τεράστιο αριθμό αρρώστων αλβανικής εθνικότητας που έχω χειρουργήσει. Συχνά μάλιστα πρόκειται για νέα παιδιά που τα έχουν πυροβολήσει στο κεφάλι. Την αναγνώριση και την ευγνωμοσύνη που έχω αισθανθεί χάρη σε Αλβανούς, φίλους μπορώ να τους πω, δεν την έχω νιώσει με τους Έλληνες. Είναι κάτι πολύ συγκινητικό χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν Έλληνες που δακρύζουν όταν σε συναντάνε. Αλλά οι Αλβανοί έχουν ένα ήθος που δεν το έχουμε εμείς.
Θ.Ν.: Κυρία Αρλέτα, πιστεύετε στον Θεό;
Α.: Θα μπορούσα να πω ότι είμαι άνθρωπος άθρησκος αλλά ένθεος. Οι θρησκείες, όπως έχουν εξελιχθεί, δυστυχώς είναι σαν τα κόμματα της πολιτικής. Αν δηλαδή η πολιτική είναι ο Θεός, οι θρησκείες είναι τα κόμματα. Έχουν γίνει τρομακτικά εγκλήματα στο όνομα του Θεού, ειδικά του Χριστού που υπήρξε ο πιο γλυκύς σε σχέση με όλους τους θεούς. Ακόμα και άνθρωπος να ήταν, Θεός είναι. Έτσι νιώθω από τότε που ήμουν παιδάκι. Την αίσθηση του θείου την έχω στο πετσί μου. Έχω μεγαλώσει βέβαια με το τυπικό της ορθόδοξης εκκλησίας, που το αγαπώ και το σέβομαι. Αλλά οι θρησκείες δεν είναι ο Θεός.
Β.Σ.: Όταν κάνει κάποιος τη δουλειά που κάνω εγώ, δεν μπορεί να θεωρήσει τυχαία όλα αυτά που συμβαίνουν. Όσο μπαίνουμε στα βαθιά αυτής της ιστορίας που λέγεται ιατρική, ιδιαίτερα στο νευρικό σύστημα και τον εγκέφαλο που δεν έχουν αποκρυπτογραφηθεί ακόμη εντελώς, δεν μπορείς να φανταστείς ότι όλες αυτές οι «συνάψεις», όλα αυτά τα λεπτά πράγματα που τώρα τα ψιλοβλέπουμε με το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο (250.000 έως 300.000 φορές μεγεθύνει το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο ένα κύτταρο) υπήρξαν τυχαία. Δεν μπορείς να φανταστείς ότι όλα αυτά έγιναν με ένα κλικ, με ένα μπαμ. Κάτι έγινε, κάτι τρέχει, κάποιος το έφτιαξε. Εμείς είμαστε «λίγοι», αφού ούτε ζωή θα μπορέσουμε ποτέ να αναπαραγάγουμε ούτε εγκέφαλο ούτε καν να τον μεταμοσχεύσουμε.
Α.: Εμένα πάντως, αν δεν με είχατε χειρουργήσει, θα είχα τον ωραιότερο θάνατο. Δεν θα είχα αισθανθεί τίποτα απολύτως.
Β.Σ.: Κανείς δεν θυμάται τίποτα. Ακόμη και εκείνοι που σταμάτησε η καρδιά τους και όταν ξαναπήρε μπροστά επέστρεψαν στη ζωή, δεν θυμούνται τίποτα. Ορισμένοι λένε ότι είδαν μια λάμψη. Είναι φυσιολογικό όμως να δεις μια λάμψη.
Α.: Εγώ τα έχω γράψει όλα αυτά. Όταν ξύπνησα, θυμόμουν πολύ καλά τις παραισθήσεις που είχα και που πρέπει να μου τις είχαν δημιουργήσει τα φάρμακα.
Β.Σ.: Όντως, τα αναισθησιολογικά φάρμακα δημιουργούν παραισθήσεις. Έχουμε πια φάρμακα που είναι κατευθυνόμενα. Μπορούμε να ρωτήσουμε τον ασθενή, «θέλεις μιαν αναισθησία που θα βλέπεις αγγελάκια, που θα βλέπεις ζώα, που θα βλέπεις χαρούμενα πράγματα;». Στο σημείο αυτό έχει φτάσει πια η φαρμακολογία.
Α.: Καλά, αλλά αυτό δεν είναι ντοπάρισμα; Δεν είναι μαστούρωμα;
Β.Σ.: Οχι, όχι, δεν είναι μαστούρωμα. Άλλο είναι τα αναισθησιολογικά φάρμακα, άλλο είναι τα οπιοειδή. Με τα οπιοειδή έχεις γνώση, απλώς μεταφέρεσαι σε έναν άλλο κόσμο, σε μια νιρβάνα. Γι' αυτό πολλοί συνάνθρωποί μας μπλέκονται με τα ναρκωτικά, γιατί την ώρα εκείνη ζουν μια καλύτερη ζωή.
Θ.Ν.: Γιατρέ, ποια είναι η σχέση με τα χέρια σας;
Α.: Πρέπει να είναι ίδια που έχει ένας καλλιτέχνης με τα χέρια του. Μπορείτε να θεωρήσετε εμένα ως απόδειξη της καλής δουλειάς. Από ό,τι μου είπε, το να χειρουργείς την παρεγκεφαλίδα, είναι σαν να χειρουργείς μέσα από μια κλειδαρότρυπα.
Β.Σ.: Το πεδίο μας είναι ελάχιστο. Όταν κοιτάτε από απόσταση μια κλειδαρότρυπα, δεν βλέπετε απολύτως τίποτε μέσα στο απέναντι δωμάτιο. Όταν πλησιάσετε όμως και βάλετε το μάτι σας στην κλειδαρότρυπα, βλέπετε σχεδόν όλο το δωμάτιο. Από αυτή την τρυπίτσα των δύο εκατοστών βλέπουμε πάρα πολλά πράγματα. Έχει βοηθήσει βέβαια πολύ η τεχνολογία. Είναι πολύ γνωστό ότι η ιατρική έχει κάνει τεράστια άλματα και έχει την προοπτική να κάνει πολύ περισσότερα. Το παράπονο όμως εμάς των χειρουργών είναι ότι, ενώ μαθαίνουμε συνεχώς πράγματα (αυτό είναι κάτι που δεν τελειώνει ποτέ), ότι ενώ υπάρχουν πάντα εκπλήξεις, όταν φτάνουμε σε ένα σημείο όπου κατά κάποιο τρόπο να μη φοβόμαστε, έρχεται η ώρα που μια αρρώστια, ή ο θάνατος, ή η σύνταξη μας σταματάνε. Αυτό είναι άδικο όχι μόνο για εμάς αλλά και για την ίδια την ιατρική.
Α.: Είχα γνωρίσει έναν χειρουργό που είχε πάει εξορία και στην εξορία για να μη χάσει την επιδεξιότητά του έκανε ξυλογλυπτική, για να μπορεί να κρατάει τα χέρια του σε καλή κατάσταση.
Β.Σ.: Δεν έχει μεγάλη σχέση. Είναι πολύ πιο δύσκολο να χειρουργείς από το να κάνεις ξυλογλυπτική. Αλλά πολύ σωστά την έκανε.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Γειά χαρά, θέλω να στείλω ένα δωράκι στην αρλέτα με το ταχυδομείο, μήπως ξέρετε κάποια διεύθυνση που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω;

Ευχαριστώ